ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ
«ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ»
Ἀδελφοὶ χριστιανοί,
Στὴν εἴσοδο τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ποὺ ἔχει τὴν ἀρχή του στὴν
1η Σεπτεμβρίου, δεσπόζει ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ
ζωοποιοῦ Σταυροῦ, τὴν ὁποία θὰ ἑορτάσουμε αὔριο.
Ἡ ἱστορία τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μὲ τὴν εὕρεσή του ἀπὸ τὴν
ἁγία Ἑλένη, κατόπιν ἀνασκαφῶν, καὶ τὴν πανηγυρική του ὕψωση ἀπὸ τὸν τότε
πατριάρχη Ἰεροσολύμων Μακάριο, μᾶς παραπέμπει στὴν πολὺ μεγάλη εὐλάβεια καὶ ἀγάπη,
ποὺ ἔτρεφαν οἱ πρόγονοί μας χριστιανοὶ στὸ ζωηφόρο ξύλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Καὶ
ἔτρεφαν τὴν ὑπέρτατη αὐτὴ ἀγάπη γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ἐπειδὴ εἶχαν
συνειδητοποιήσει τὴν μεγίστη πνευματικὴ ἀξία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ τὴν ἀνεκτίμητη
εὐεργεσία, ποὺ ἀπολαμβάνουμε οἱ πιστοὶ ἀπὸ τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι
ἕνα ἁπλὸ ξύλινο σχῆμα, τὸ ὁποῖο γιὰ πολλούς, ἄν τὸ ἀσπασθοῦμε μπορεῖ νὰ μᾶς
μεταδώση μικρόβια καὶ ἰούς, οὔτε ἁπλῶς ἕνα ἱερὸ σύμβολο, χωρὶς οὐσιατικώτερο
περιεχόμενο, καὶ γι’ αὐτὸ τὸν ἀφαιροῦμε καὶ ἀπὸ τὰ σχολικὰ βιβλία τῶν
Θρησκευτικῶν, οὔτε ἁπλῶς ἕνα φονικὸ ὄργανο μὲ τὸ ὁποῖο οἱ Ἐβραῖοι θανάτωσαν τὸν
Χριστό, ὅπως τὸν θεωροῦν οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ ποικίλοι αἱρετικοί, ἰδιαίτερα οἱ
Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ…
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀποτελεῖ μέγα, φοβερὸ
καὶ φρικτὸ Μυστήριο, τὸ ὁποῖο ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική. Ὅποιος θελήσει νὰ
τὸ προσεγγίση ἁπλὰ ἀνθρώπινα θὰ βρεθῆ εἴτε στὴ θέση τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι τὸν
εἶδαν ὡς σκάνδαλο, εἴτε στὴ θέση τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι τὸν θεώρησαν ὡς
μωρία, ἀνοησία.
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς προσεγγίζεται ὀρθὰ μόνον μὲ τὴν πίστη. Κι ὅταν
λέμε «πίστη», δὲν ἐννοοῦμε τὴν ὑποκειμενικὴ πίστη τοῦ κάθε ἀνθρώπου σὲ ὅ,τι ὁ ἴδιος
κρίνει ὀρθό, ἀλλὰ τὴν πίστη ὡς ἐμπιστοσύνη στὴν ἱστορικὴ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ
τὴν ἀποδοχή της, μὲ βάση τὴν αἰωνόβια Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία.
Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν αὐθεντικὴ θεία ἀποκάλυψη, ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι
ἄμεσα συνδεδεμένος μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ ὅλα τὰ
γεγονότα τῆς θείας Οἰκονομίας, ὅπως μὲ τὴν προφητεία, μὲ τὴν ἐνανθρώπηση, μὲ τὴν
διδαχή καὶ τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατο, μὲ τὴν Ἀνάσταση, μὲ τὴν Ἀνάληψη, μὲ τὴν Πεντηκοστή, μὲ
τὴν Δευτέρα Παρουσία, κατ’ ἐξοχὴν δὲ μὲ τὴν σωστικὴ σταυρικὴ θυσία καὶ μὲ τὴν ἔνδοξη
Ἀνάσταση.
Κανένας ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους δὲν μποροῦμε μόνοι μας μὲ μόνη τὴν
ἀνθρώπινη λογικὴ νὰ κατανοήσουμε τὸ μυστήριο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Γιὰ νὰ τὸ
προσεγγίσουμε σωστὰ μᾶς χρειάζεται ὁ θεῖος φωτισμὸς. Καὶ γιὰ νὰ ἔλθη μέσα μας ὁ
θεῖος φωτισμὸς εἶναι ἀπαραίτητο καὶ σὲ μᾶς νὰ προετοιμάσουμε τὸν ἑαυτό μας. Γιὰ
αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀπαραίτητη προετοιμασία μᾶς βοηθεῖ ἡ Ἐκκλησία, ἀφιερώνοντας
μία Κυριακὴ πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὴν σημερινὴ Κυριακὴ, ποὺ τὴν
ὀνομάζει Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως, γιὰ νὰ μᾶς εἰσαγάγη στὸ νόημα τοῦ μυστηρίου
τοῦ Σταυροῦ. Ἕνα πλῆθος ἀπὸ ὑπέροχους ὕμνους, ποὺ ψάλλονται σὲ ὅλες τὶς ἀκολουθίες
αὐτῆς τῆς ἡμέρας, μαζὶ μὲ τὶς εὐχὲς καὶ τὰ ἱερὰ Ἀναγνώσματα ὁμιλοῦν γιὰ τὸ
μεγάλο μυστήριο.
Ἰδιαίτερα ὅμως σημαντικὸ εἶναι τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας ἀπὸ
τὸ κατὰ Ἰωάννην εὐαγγέλιο. Ἀναφέρεται σ’ ἕνα θαυμαστὸ περιστατικὸ, ποὺ
καταγράφεται στὸ βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Οἱ Ἰσραηλίτες εὑρίσκονται στὴν ἔρημο. Πορεύονται ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο
πρὸς τὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Στὴν πορεία τους αὐτὴ ἀντιμετωπίζουν δυσκολίες καὶ
πολλοὺς κινδύνους. Οἱ δυσκολίες καὶ οἱ κίνδυνοι δὲν προέρχονται μόνον ἀπὸ ἐξωτερικοὺς
ἐχθρούς. Πολλὲς φορὲς αἴτιοι γιὰ τὰ δεινά, ποὺ ὑφίστανται εἶναι οἱ ἴδιοι οἱ Ἰσραηλίτες.
Ἐγκαταλείπουν τὸν ἀληθινὸ Θεό, γογγύζουν ἐναντίον του καὶ ἁμαρτάνουν ἀπέναντί
του. Μετὰ ἀπὸ ἕνα τέτοιο γογγυσμὸ πέφτει ἐπάνω τους θανατικό. Ἐμφανίζονται
φαρμακερὰ φίδια καὶ ὅσους τσιμποῦν πεθαίνουν σύντομα. Τρομοκρατοῦνται καὶ
καταφεύγουν στὸν Μωϋσῆ. Ἐκεῖνος μὲ τὴ σειρά του καταφεύγει στὸν Θεό. Ζητεῖ τὴν
παρέμβαση καὶ τὴν βοήθειά του. Ὁ Θεὸς δείχνει τὴν εὐσπλαχνία του. Ὑποδεικνύει ἕνα
παράδοξο τρόπο γιὰ νὰ σωθοῦν. Δίνει ἐντολὴ στὸν Μωϋσῆ νὰ ὑψώση ἕνα μεγάλο
κοντάρι καὶ στὸ ἐπάνω μέρος νὰ τοποθετήση ἕνα χάλκινο φίδι, ὥστε νὰ
σχηματίζεται τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ὅποιον ἀπὸ ἐδῶ καὶ στὸ ἑξῆς τσιμποῦσαν τὰ
φαρμακερὰ φίδια θὰ μποροῦσε νὰ κοιτάξη τὸ χάλκινο φίδι καὶ νὰ σωθῆ. Ἔτσι καὶ ἔγινε.
Μόλις τὸ φαρμακερὸ φίδι τσιμποῦσε κάποιον, ἐκεῖνος ἀτένιζε μὲ τὸ βλέμμα του τὸ
χάλκινο φίδι καὶ σωζόταν. (ἐὰν εἴχαμε ἀληθινὴ πίστη, ἔτσι θὰ κάναμε κι ἐμεῖς γιὰ
νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὶς πανδημίες. Πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν στὶς μέρες μας ἀποκαλύπτουν
τὴν ἀπιστία μας ἤ τουλάχιστον τὴν ὀλιγοπιστία μας).
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνέφερε τὸ γεγονὸς αὐτὸ στὴ διδασκαλία του καὶ τὸ
ἐξήγησε. Εἶπε ὅτι ἀποτελεῖ μία προτύπωση τῆς δικῆς του σταυρικῆς θυσίας. «Καὶ ὅπως ὁ Μωϋσῆς ὕψωσε τὸ χάλκινο φίδι στὴν
ἔρημο, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθῆ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν
νὰ μὴ χαθῆ ἀλλὰ νὰ ζήση αἰώνια» (Ἰω. 3,14-15).
Οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας συγκρίνουν τὸν τύπο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
μὲ τὴν πραγματικότητα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ, στὴν Παλαιὰ
Διαθήκη, ὑψώθηκε ἐπάνω στὸ ξύλινο κοντάρι τὸ χάλκινο φίδι. Ἐδῶ, στὰ χρόνια τοῦ
Χριστοῦ, ὑψώθηκε ἐπάνω στὸν ξύλινο σταυρὸ τὸ ἀκήρατο σῶμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.
Ἐκεῖ τσιμποῦσαν τοὺς Ἰσραηλίτες τὰ φαρμακερὰ φίδια. Ἐδῶ δέχονται πλήγματα ἀπὸ τὸν
μισόκαλο διάβολο οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ, οἱ χριστιανοί. Ἐκεῖ σώζονται οἱ Ἰσραηλίτες
ἀπὸ τὸν φυσικὸ θάνατο. Ἐδῶ σώζονται οἱ χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν πολὺ χειρότερο, τὸν
πνευματικὸ θάνατο. Ἄλλο τραγικὸ φαινόμενο τῶν ἡμερῶν μας: Κάνουμε τὰ πάντα γιὰ
νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὸν φυσικὸ θάναντο καὶ ἀδιαφοροῦμε τελείως γιὰ τοὺς ἀμέτρητους
κινδύνους, ποὺ ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο.
Ὅλη αὐτὴ ἡ προφητικὴ καὶ τυπολογικὴ ἱστορία καὶ ἡ ἐξήγηση, ποὺ
δίνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς, θέτουν ἐνώπιόν μας τὸ πιὸ ἐπιτακτικὸ ζήτημα γιὰ ὅλους
μας· τὸ ζήτημα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, δηλαδή τὸ ζήτημα τῆς σωτηρίας μας. Ὁ
θάνατος εἶναι τὸ φοβερώτερο καὶ συγκλονιστικώτερο γεγονὸς στὸν ἀνθρώπινο βίο. «Ὄντως φοβερώτατον τὸ τοῦ θανάτου μυστήριον»,
ὅπως ψάλλουμε στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία. Ποιὸς λοιπόν μπορεῖ νὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὸ
μέγιστο αὐτὸ κακό; Προσπαθεῖ ἡ ἐπιστήμη, ἀλλὰ πάντα στὸ τέλος εἶναι ἡ νικημένη.
Προσπαθεῖ καὶ ἡ φιλοσοφία, ἀλλὰ προσπαθεῖ μόνον γιὰ νὰ μᾶς συμφιλιώση μὲ τὸν
θάνατο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν νικήση.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, οὔτε ἁπλῶς προσπαθεῖ νὰ νικήση προσωρινὰ τὸν
φυσικὸ θάνατο, οὔτε ἐπιχειρεῖ νὰ μᾶς συμφιλιώση μ’ αὐτόν. Ἀντίθετα, ἔχει
λυμμένο τὸ πρόβλημα καὶ ἁπλῶς διακηρύττει ὅτι ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο. «Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον, ποῦ σου Ἅδη τὸ νῖκος;»
(Α’ Κορ. 15,55). Κι αὐτὸ τὸ ἐπέτυχε πραγματικὰ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν σταυρική του
θυσία καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του. Ὁ Σατανᾶς θέλησε νὰ ἐξοντώση τὸν Χριστὸ καὶ χρησιμοποίησε
ὡς ὅπλο τὸν σταυρό. Ὁ Χριστὸς ὅμως μετέτρεψε τὸ ὅπλο τοῦ διαβόλου σὲ ὅπλο ἐναντίον
τοῦ θανάτου. Ἀνέβηκε στὸν σταυρό, πέθανε καὶ τάφηκε. Ἐπειδὴ ὅμως εἶναι ὁ ἀληθινὸς
Θεὸς, καὶ ὁ Ἅδης δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀντέξη, Ἐκεῖνος ἀναστήθηκε. Καὶ μαζί του ἀνέστησε
ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Αὐτὴ ἦταν ἡ πιὸ μεγάλη πανολεθρία τοῦ διαβόλου. Ἔτσι ὁ
σταυρὸς ἔγινε τὸ μέσο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἀνθρώπων.
Χρειάζεται ἐδῶ νὰ προσθέσουμε ὅτι ὁ σταυρὸς, συνδεδεμένος μὲ τὴν
θεία Οἰκονομία, δείχνει καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὴν
θυσία του στὸν σταυρὸ ὁ Χριστὸς ἔδειξε ὅτι ἀγαπᾶ ἀληθινά, θυσιαστικὰ τὸν ἄνθρωπο.
Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀκούσαμε στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν,
ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπώλητε, ἄλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον».
Ἕνα ἄλλο σημεῖο, τὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα πρέπει νὰ προσέξουμε εἶναι ὅτι
ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν σταυρική του θυσία ἔγινε τὸ πρότυπο τοῦ μάρτυρος καὶ ἡ ἀκένωτος
πηγὴ τοῦ μαρτυρικοῦ φρονήματος, ποὺ κληρονόμησαν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανὸς ἀντικρύζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ πάντα μὲ φόντο
τὴν Ἀνάσταση καὶ μέσα στὸ ἄπλετο ἀναστάσιμο φῶς. Γι’ αὐτὸ καὶ ψάλλουμε στὴν Ἐκκλησία,
«Τὸν σταυρὸν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα,
καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν».
Αὐτὴ ἡ θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας ὅτι ὁ Σταυρὸς συνδέεται ἄμεσα
καὶ ἀπαραίτητα μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση δὲν εἶναι μία ἁπλῆ θεωρία, ἕνα ἀνθρώπινο
ἰδεολόγημα. Εἶναι ἀλήθεια θεόπνευστη, ἡ ὁποία ἐπηρεάζει πρακτικὰ καὶ ριζικὰ τὸ
φρόνημα, τὸν βίο καὶ τὸ ἦθος τῶν συνειδητοποιημένων Ὀρθοδόξων πιστῶν, τῶν ἁγίων
τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια γιὰ τὸν ἀδιάσπαστο σύνδεσμο Σταυροῦ καὶ Ἀνάστασης
γίνεται σταυροαναστάσιμο βίωμα στὴν καθημερινή τους ζωή. Κι αὐτὸ τὸ
σταυροαναστάσιμο βίωμα ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαρτυρίου.
Αὐτὴν τὴν συνείδηση εἶχαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες, ὅπως οἱ Σαράντα
Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι γυμνοὶ μέσα στὴν παγωμένη λίμνη ἀνέκραζαν, «δριμὺς ὁ χειμὼν, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος, ἀλγεινὴ
ἡ πῆξις, ἀλλ' ἡδεία ἡ ἀπόλαυσις».
Μὲ αὐτὸ τὸ φρόνημα καὶ μὲ αὐτὸ τὸ σταυροαναστάσιμο βίωμα ἀντιστέκονταν
καὶ δὲν ὑπέκυπταν οὔτε στὰ δελεάσματα, οὔτε στὶς ἀπειλές ὅλοι οἱ μάρτυρες, καὶ
στὶς προτροπὲς τῶν δημίων, «θῦσον», δηλαδὴ, θυσίασε, ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν, «οὐ
θύω», δηλαδὴ δὲν θυσιάζω.
Αὐτὸ τὸ σταυροαναστάσιμο φρόνημα ἦταν ἀσάλευτα ριζωμένο μέσα στὶς
καρδιὲς ὅλων τῶν νεομαρτύρων, καὶ εἰδικὰ τῶν νεομαρτύρων ἐκ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας,
ποὺ τιμοῦμε πανηγυρικὰ σήμερα. Αὐτὸ τὸ φρόνημα εἶχε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Αὐτὸ
τὸ φρόνημα εἶχε ὁ ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὸ Τσούρχλι τῶν Γρεβενῶν. Αὐτὸ τὸ φρόνημα
εἶχε ὁ ἅγιος Δημήτριος ὁ ἐκ Σαμαρίνης. Αὐτὸ τὸ φρόνημα εἶχαν οἱ ἅγιοι ἱεράρχες
Χρυσόστομος Σμύρνης, Γρηγόριος Κυδωνίων, Ἀμβρόσιος Μοσχονησίων, Προκόπιος Ἰκονίου,
Εὐθύμιος Ζήλων, καὶ μαζί τους ἕνα πλῆθος ἄλλων γνωστῶν καὶ ἀγνώστων κληρικῶν καὶ
λαϊκῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν.
Αὐτοὶ μᾶς ἐμπνέουν. Αὐτοὶ μᾶς καθοδηγοῦν. Αὐτοὶ μᾶς δείχνουν τὴν
πορεία πρὸς τὸ μέλλον. Πιστεύω πὼς ἡ ἐποχὴ ποὺ ἔρχεται εἶναι ἐποχὴ μαρτυρίας καὶ
μαρτυρίου. Ἡ γνώμη τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν δὲν θὰ εἰσακούεται. Τὸ μόνο ποὺ θὰ μᾶς
μένει νὰ κάνουμε θὰ εἶναι νὰ μαρτυροῦμε τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως καὶ νὰ τὴν ὑπογράφουμε
μὲ τὰ ποικίλα μαρτύρια, ἀκόμη καὶ μὲ τὸ αἷμα μας. Γι’ αὐτὸ εἶναι καιρὸς νὰ
καλλιεργοῦμε φρόνημα μαρτυρικό.
Σεβασμιώτατε, σεβαστοὶ πατέρες καὶ ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
θέλω νὰ σφραγίσω τὸν
κηρυγματικὸ αὐτὸν λόγο στὴν πανηγυρικὴ αὐτὴ σύναξη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μὲ χαριτωμένους ἀφυπνιστικοὺς
λόγους τοῦ μακαριστοῦ Φώτη Κόντογλου, τοῦ μεγάλου Ὀρθοδόξου λογοτέχνη καὶ ἁγιογράφου,
τοῦ διαλαλητοῦ τῆς Πονεμένης Ρωμηοσύνης.
«Ἁγιασμένη Ἑλλάδα! Εἶσαι ἁγιασμένη,
γιατὶ εἶσαι βασανισμένη. Κι ἡ κάθε γιορτή σου μνημονεύει κι ἕνα μαρτύριό σου. Τὰ
πάθη τοῦ Χριστοῦ τὰ ’κανες δικά σου πάθη, τὰ μαρτύρια τῶν «ἁγίων δικά σου
μαρτύρια. Ὁ δικός σου κλῆρος στάθηκε ἡ πίκρα. Θλίβεσαι μὲ τὸν Χριστό, θλίβεσαι
μὲ τὴν Παναγιά, μαρτυρᾶς μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρες τῆς Πίστης κι ὁλοένα κλαῖς σὰν
θρηνητικὸ τρυγόνι στὰ ἁγιασμένα μνημούρια, ποὺ ‘ναι φυτρωμένα ἐπάνω τους ἀγριόχορτα
καὶ φλυσκούνια. Πλὴν ἡ θλίψη σου ἐσένα (πατρίδα μου Ἑλλάδα) εἶναι κάποια θλίψη χαροποιά,
γεμάτη ἐλπίδα καὶ ἀθανασία».
«Κανένα ἄλλο ἔθνος τῆς Οἰκουμένης
δὲν νιώθει τόσο βαθειὰ τὴν Ἀνάσταση, ὅπως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, γιατὶ ἡ μάννα μας ἡ
Ἑλλάδα εἶναι πονεμένη σὰν τὴν Παναγιὰ καὶ βασανισμένη σὰν τὸν Χριστό, καὶ γιατὶ
ἀνασταίνεται δοξασμένη σὰν κ’ Ἐκεῖνον καὶ ντροπιάζονται οἱ ἐχθροί της. Κάθε φορὰ
τὴν προδίνουνε μὲ δολερὸ φίλημα, τὴν δέρνουνε, τὴν βρίζουνε, τὴν τυραννᾶνε, τὴν
ἐμπαίζουνε, βάζοντας στὴν πολύπαθη κεφαλή της τὸν ἀγκάνθινο στέφανο καὶ
δίνοντας στὸ χέρι της, ἀντὶ γιὰ σκῆπτρο, ἕνα καλάμι, τὴν ποτίζουνε μὲ χολή, τὴν
καρφώνουνε στὸν σταυρό, τὴν θάβουνε. Μὰ κείνη ἀνασταίνεται ὁλοζώντανη καὶ ἀθάνατη».
Πατρίδα μας Ἑλλάδα. Κι ἐμεῖς θὰ προσθέταμε: Πατρίδα μας Μακεδονία,
πατρίδα μας Θράκη. Πατρίδα μας αἰγαιοπελαγίτικα νησιά. Πατρίδα μας Ἑλλάδα. Εἶσαι
πονεμένη σὰν τὴν Παναγιά. Εἶσαι προδομένη, εἶσαι σταυρωμένη σὰν τὸν Χριστό. Ὅμως
πάνω ἀπὸ τὸν σταυρό σου ἀτενίζεις τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ νεκρωθέντα Κύριο, ποὺ
σύντομα βγῆκε ἀπὸ τὸ σκοτεινὸ μνῆμα, ἔλαμψεν ὡς ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καὶ «τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν
αὐτοῖς»[1]. Ἔτσι
πιστεύουμε καὶ στὴν δική σου ἀνάσταση. Γι’ αὐτὸ καὶ συμμετέχουμε συνειδητὰ στὸ
λαμπρὸ τοῦτο πανηγύρι τῆς Ἐκκλησίας, ψάλλοντας ἱκετευτικά, «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν
κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν
φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα». Ἀμήν.
Ἀρχιμ.
Αὐγουστῖνος Γ. Μύρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου