Σελίδες

Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

Ἀρχ. Αὐγουστίνου Μύρου "Γνωρίσματα τῆς Ἀληθινῆς πίστεως"


Κυριακὴ Ζ’ Ματθαίου

ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
(Ματθ. 9,27-35)

Ἀδελφοὶ μου χριστιανοί,
Εἶναι πολὺ συνηθισμένο οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ νὰ ὁμιλοῦμε συχνὰ γιὰ τὴν πίστη. Αὐτός, λέμε ἔχει πίστη, ἐνῶ ὁ ἄλλος δὲν ἔχει πίστη. Ἐμεῖς, λέμε, κρατοῦμε τὴν πίστη τῶν πατέρων μας καὶ δὲν τὴν ἀλλάζουμε. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ μεγάλος διδάσκαλος τοῦ σκλαβωμένου Γένους τῶν Ἑλλήνων, μαρτυρεῖ ὅτι, «ὅλες αἱ πίστες εἶναι ψεύτικες· τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνον ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλὴ καὶ ἁγία» (Α’ Διδαχή).
 Μέσα στὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία, ὅπως εἶναι ἡ Παρακλητική, τὸ Τριώδιο, τὸ Πεντηκοστάριο, τὰ Μηναῖα, γίνεται πολλὲς φορὲς ἀναφορὰ στὴν πίστη, ποὺ εἶχαν οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ἀπόστολοι τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ μάρτυρες, οἱ ἀσκηταί, οἱ ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ ἅγιος Νικόλαος στὸ ἀπολυτίκιό του χαρακτηρίζεται ὡς «κανόνας πίστεως». Εἶναι, ἐπίσης, ἀρκετὲς οἱ περιπτώσεις ποὺ συναντοῦμε τὴν ἔννοια τῆς πίστεως στὰ εὐαγγελικὰ καὶ στὰ ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα. Ἀξίζει ἐδῶ νὰ ὑπενθυμίσουμε τὴν προσπάθεια τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του νὰ ξεδιαλύνει τὴν πίστη ἀπὸ τὸν μωσαϊκὸ Νόμο: «ὁ νόμος, γράφει, ἦταν σκληρὸς παιδονόμος γιὰ μᾶς, ὥσπου ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός, ὁπότε ἡ πίστη μας σ’αὐτὸν μᾶς χάρισε τὴν σωτηρία» (Γαλ. 3,24).
 Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς, πολλὲς φορές, πρὶν ἐπιτελέση κάποιο θαῦμα, ἐρωτᾶ τοὺς ἀνθρώπους ἐάν πιστεύουν. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὴν περίπτωση τῆς θεραπείας τῶν δύο τυφλῶν, τὴν ὁποία μᾶς θυμίζει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.
Μετὰ ἀπὸ μία σειρὰ θαυματουργικῶν θεραπειῶν, ποὺ ἔκαμε ὁ Χριστὸς, «ὅταν προχώρησε πιὸ πέρα ὁ Ἰησοῦς τὸν ἀκολούθησαν δύο τυφλοί, ποὺ φώναζαν καὶ ἔλεγαν: Σπλαχνίσου μας Υἱὲ τοῦ Δαυΐδ. Κι ὅταν ἔφθασε στὸ σπίτι πῆγαν κοντά του οἱ τυφλοὶ καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς λέγει: Πιστεύεται ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτό Τοῦ λένε: Ναί, Κύριε. Τότε ἄγγιξε τὰ μάτια τους καὶ εἶπε: Ὅπως τὸ πιστεύετε νὰ σᾶς γίνει. Κι ἀνοίχθηκαν τὰ μάτια τους» (Ματθ. 27-30).
Γιὰ πίστη, ὅμως, ὁμιλοῦν καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. Ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ καθένας δικαιοῦται νὰ ἔχη τὴν δική του, τὴν προσωπικὴ πίστη. Ὁ ἕνας λέγει ὅτι πιστεύει σὲ μία ἀφηρημένη ἀνωτέρα Δύναμη, ὁ ἄλλος στὸν ἄνθρωπο γενικά, ὁ ἄλλος στὴν ἐπιστήμη, ὁ τρίτος σὲ μαγικὲς δυνάμεις καὶ ὁ τέταρτος στὸν ἑαυτό του. Ὅλες οἱ πίστεις τῶν ἀνθρώπων, λένε, εἶναι ἀποδεκτές καὶ σεβαστές. Ἰσχυρίζονται ὅτι κανένας δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ὑποστηρίζει πὼς ἡ δική του πίστη εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή. Αὐτὴ τὴν φιλοσοφία καὶ αὐτὴ τὴν τακτικὴ ἔχει υἱοθετήσει ὁ συγκρητιστικὸς οἰκουμενισμὸς τῶν ἡμερῶν μας, αὐτὴ ἡ φοβερὴ παναίρεση, ὁπως τὴν ὀνομάζει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς.
Εἶναι φανερὸ ὅτι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου ἡ πίστη εἶναι μία ὑποκειμενικὴ ἀντίληψη. Εἶναι δηλαδή κάτι ποὺ ὁ ἄνθρωπος παραδέχεται καὶ ἐμπιστεύεται μὲ μόνο κριτήριο τὴν προσωπική του γνώμη. Κάποιοι πιστεύουν ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός καὶ ὁ κόσμος ἔγινε μόνος του. Ἄλλοι νομίζουν ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι ἀπεσταλμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἁπλῶς ἕνας μεγάλος προφήτης, ὅπως οἱ ἀρχηγοὶ τῶν γνωστῶν Θρησκειῶν. Εἶναι αὐτὸ ποὺ διδάσκεται μὲ τὰ νέα βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν.
Στὴν Ἐκκλησία, ὅταν ὁμιλοῦμε γιὰ πίστη, δὲν τὴν ἐννοοῦμε ὅπως τὴν ἐννοεῖ ὁ κόσμος. Ἡ πίστη στὴν Ἐκκλησία ἔχει ὡρισμένα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα, ποὺ τὴν διακρίνουν ἀπὸ τὶς πίστεις τοῦ κόσμου.
Πρῶτα πρῶτα ἡ ἐκκλησιαστικὴ πίστη δὲν ἔχει τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος στὸν ἄνθρωπο, ποὺ τὴν ἐκφράζει, ἀλλὰ στὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους φαντάζεται. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀποκαλύφθηκε στὸν ἄνθρωπο, μὲ πραγματικὲς θεοφάνειες, ἱστορικὰ κατοχυρωμένες. Καὶ ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἔχει καθαρὴ καρδιὰ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, ἐμπιστεύεται τὸν ἀληθινὸ Θεό. Κι ὅταν δὲν ἔχει προσωπικὴ ἐμπειρία, ἐμπιστεύεται αὐτοὺς ποὺ ἔχουν αὐτὴ τὴν ἐμπειρία, τοὺς προφῆτες, τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς ἄλλους ἁγίους.
Ὕστερα, τὸ περιεχόμενο τῆς ἐκκλησιαστικῆς πίστεως δὲν εἶναι ὅσα συλλαμβάνει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἀπὸ μόνος του, ἀλλὰ ὅσα τοῦ ἀποκαλύπτει ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός. Κι αὐτὰ ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς τὰ μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος εἴτε ἀπὸ προσωπικὴ ἀποκάλυψη, εἴτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶχαν προσωπικὴ ἀποκάλυψη.
Γενικὰ ἡ ἐκκλησιαστικὴ πίστη ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική καὶ κινεῖται στὴν γεμάτη μυστήριο λογικὴ τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ποιητής Γεώργιος Δροσίνης:
«Δὲν ἔχεις πίστη, ὅταν τ’ ἀπόβραδο προσμένεις νὰ προβάλλουν τ’ἄστρα καὶ μὲ τοῦ πετεινοῦ τὸ λάλημα νὰ φέξη ἡ αὐγὴ ἡ ροδογελάστρα.
Πίστη ἔχεις ὅταν -ὅσο ἀλόγιστο καὶ πλάνο ὁ νοῦς σου κι ἄν τὸ ξέρει- προσμένης ἥλιο τὰ μεσάνυχτα κι ἀστροφεγγιὰ τὸ μεσημέρι.
Δὲν ἔχεις πίστη, ὅταν, πιστεύοντας ρωτᾶς τὴν κρίση καὶ τὴ γνώση! Δὲν ἔχεις πίστη, ὅταν τὴν πίστη σου στὸ λογικὸ ἔχεις θεμελιώσει!
 Πίστη ἔχεις, ὅταν κάθε σου ὄνειρο τὸ ἀναφέρεις στὸ βωμὸ της τάμα, κι ἄν κάποιο σου τάμα εἶναι ἀδύνατο προσμένεις νὰ γενεῖ τὸ θαῦμα».
Ὅλα αὐτὰ μᾶς τὰ δείχνουν οἱ δύο τυφλοί, οἱ ὁποῖοι θεραπεύθηκαν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἡ πίστη τῶν δύο τυφλῶν βασιζόταν στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἶναι καταγεγραμμένη στὴν Ἁγία Γραφή. Βέβαια οἱ δύο αὐτοὶ ἄνθωποι δὲν εἶχαν τὰ σωματικὰ μάτια γιὰ νὰ τὴν διαβάσουν, ἀλλὰ τὴν ἄκουγαν στὴν συναγωγή. Ἤξεραν τὶς προφητεῖες γιὰ τὸν Μεσσία. Εἶχαν καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἐμπιστεύονταν στοὺς προφῆτες. Γι’ αὐτὸ καὶ  ἀναγνώρισαν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία. Στὴν ἀρχὴ τὸν ὀνόμασαν υἱὸ Δαυΐδ καὶ ὕστερα ἀπὸ τὴν μικρὴ προσωπική τους ἐπαφή καὶ τὴν ἐμπειρία τοῦ θαύματος, τὸν προσεφώνησαν Κύριο. Δηλαδή, τὸν παραδέχθηκαν ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό. Ἑπομένως ἀποδέχθηκαν καὶ τὴ διδασκαλία του. Τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεώς τους ἦταν ἡ παραδοχὴ τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς διδασκαλίας του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν σίγουροι ὅτι ὁ Χριστὸς μποροῦσε νὰ τοὺς θεραπεύση. Τὴν ὁμολογία αὐτὴ τὴν ἔκαναν δημόσια μπροστὰ σὲ φίλους καὶ ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ φώναξαν δυνατά. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἐνέργειες δείχνουν τὴν γνήσια, τὴν ἀληθινὴ πίστη τῶν δύο τυφλῶν στὸ πρόσωπο καὶ στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Ἐμεῖς σήμερα ἔχουμε καὶ ἄλλους λόγους νὰ πιστεύουμε στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὅτι εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός. Εἶναι ἡ γνώση γεγονότων ποὺ συνέβησαν μετὰ καὶ δὲν γνώριζαν ἐκείνη τὴν ὥρα οἱ πρώην τυφλοί.
Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι τὸ ὅτι μόνος αὐτὸς, ὁ Χριστός, ἀναστήθηκε ἀπὸ μόνος του. Κανένας ἄλλος ἄνθρωπος στὸν κόσμο ποὺ πέθανε δὲν ἀναστήθηκε ἀπὸ μόνος του, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τὸ μέγιστο αὐτὸ θαῦμα, τὸ μοναδικὸ αὐτὸ γεγονὸς στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός.
Ἕνα ἄλλο γεγονὸς εἶναι τὰ ἀμέτρητα θαύματα, ποὺ ἐπετέλεσε ὁ Χριστὸς μετὰ τὴν ἀνάστασή του καὶ ἐπιτελεῖ μέχρι σήμερα. Κι ἕνα τέτοιο θαῦμα εἶναι ἡ διαρκὴς παρουσία τῶν ἁγίων. Παίρνω ὡς παράδειγμα τὴν Ἁγία Παρασκευή.
Ὅλος ὁ βίος της δείχνει ὅτι ἔχει ἐγκολπωθῆ ἀταλάντευτα τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ζωή. Ἐνῶ εἶναι νεαρὴ κοπέλα καὶ βρίσκεται μέσα στὸν ἀνθὸ τῆς νιότης της κάνει ἐνσυνείδητα τὴν ἐπιλογή της. Ἐπιλέγει νὰ ἀρνηθῆ τὴ ζωὴ τοῦ κόσμου καὶ νὰ ζήση τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Στὰ εἴκοσί της χρόνια, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα της ἀφοσιώνεται σ’ ἕνα μεγάλο φιλανθρωπικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο. Πουλεῖ τὴν σεβαστὴ περιουσία της καὶ τὴν προσφέρει στοὺς φτωχούς, ἐνῶ ἡ ἴδια δαπανᾶ τὸν χρόνο της γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν ἀσθενῶν. Παράλληλα διδάσκει στὰ σπίτια γυναῖκες καὶ μικρὰ παιδιά καὶ διακονεῖ στὴν τοπικὴ ἐκκλησία τῆς Ρώμης. Κι αὐτὸ τὸ κάνει ἔχοντας πλήρη συνείδηση γιὰ τὴν ἀρχὴ, τὸν σκοπὸ καὶ τὴν ποιότητα τῆς χρισιανικῆς ζωῆς. Εἶναι βέβαιη ὅτι ἔχει ἀπορρίψει τὸ κατώτερο, ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ κόσμου, καὶ ἔχει ἐπιλέξει τὸ ἄριστο, ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ πῶς ἔκαμε πραγματικότητα αὐτὴ τὴν ἐπιλογή της; Ἀγαπώντας μὲ θεῖο ἔρωτα τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τὸν Χριστὸ τὸν ἔκανε Νυμφίο τῆς ψυχῆς της. Αὐτὴ εἶναι ἡ βάση τῆς ἀληθινῆς πίστεως.
Μὲ τὴν δύναμη αὐτῆς τῆς πανίσχυρης ἀγάπης πρὸς τὸν Χριστό, μὲ τὴν ὁποία ἐκφράζεται ἡ ἀληθινὴ πίστη, νίκησε ὅλα τὰ θέλγητρα τοῦ κόσμου καὶ ἀκολούθησε τὴν ἀσκητικὴ καὶ μαρτυρικὴ χριστιανικὴ ζωή. Μὲ τὴν ἴδια δύναμη δὲν ὑπολόγισε τὶς ἀπειλές τῶν ἰσχυρῶν κοσμικῶν ἀρχόντων. Ὁ Ἀντωνῖνος δοκίμασε πολλοὺς τρόπους καὶ μεθόδους, ἰδιαίτερα κολακευτικὰ γιὰ τὶς γυναῖκες, ἀλλ’ αὐτὴ ἔμεινε ἀμετακίνητη στὴ θέση της. Μ’ αὐτὴν τὴν γεμάτη ἀγάπη στὸν Χριστὸ πίστη ἀντιμετώπισε θαρραλέα τὰ φρικτὰ βασανιστήρια, ὅπως τὴν πυρακτωμένη περικεφαλαία, ποὺ τῆς φόρεσαν, στὸ κεφάλι καὶ τὸ καυτὸ λάδι ποὺ τῆς ἔρριξαν. Μ’ αὐτὴν τὴν ἴδια ἀγάπη νίκησε στὸ τέλος καὶ αὐτὸν τὸν θάνατο, διότι, ἐνῶ προσωρινὰ φαίνεται ὅτι μὲ τὸν ἀποκεφαλισμό της νικιέται, στὴν πραγματικότητα παραλαμβάνεται ἀπὸ τὸν νυμφίο της στὴν αἰώνια καὶ μακαριστὴ βασιλεία του, γιὰ νὰ συνεφραίνεται ἀτελεύτητα, εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων μαζί μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους.
Αὐτὴ τὴν πίστη καλούμαστε νὰ ἔχουμε καὶ ἐμεῖς ὡς χριστιανοί, τὴν διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ κόσμου. Αὐτὴν τὴν πίστη ποὺ εἶχαν οἱ προφῆτες, οἱ ἀπόστολοι καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι. Ἀμήν.
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Γ. Μύρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου