ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Σεβασμιώτατε
πάτερ καὶ Δέσποτα,
Σεβαστοὶ
πατέρες
καὶ
ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Εὐλογῶ
καὶ δοξάζω τὸν σταυρωθέντα καὶ ἀναστάντα Κύριό μας γιὰ τὴν ἱερὴ αὐτὴ Σύναξη τῆς
τοπικῆς μας Ἐκκλησίας καὶ εὐχαριστῶ θερμὰ τὸν σεβασμιώτατο ποιμενάρχη μας κ. Παῦλο
γιὰ τὴν πατρική του ἐντολὴ νὰ εἶμαι ἀπόψε διάκονος τοῦ θείου κηρύγματος.
Μέσα
στὴν κατανυκτικὴ ἀτμόσφαιρα, ποὺ δημιουργεῖ ἡ ἀξεπέραστη Ὀρθόδοξη θεία λατρεία,
βιώνουμε ἔντονα ἀπὸ τὸ πρωῒ σήμερα τὴν παρουσία τοῦ ἐνδόξου, τιμίου καὶ ζωοποιοῦ
Σταυροῦ. Τὸν ἀντικρύζουμε μὲ δέος, τὸν λιτανεύουμε, ἐναποθέτουμε ταπεινὰ ἐνώπιόν
του ἐαρινὰ ἄνθη, τὰ ὁποῖα ξαναπαίρνουμε ἁγιασμένα, τὸν θυμιάζουμε, τὸν ἀσπαζόμαστε
καὶ τὸν προσκυνοῦμε μὲ περισσὴ εὐλάβεια.
Δὲν
εἶναι οὔτε ἡ πρώτη οὔτε ἡ μόνη φορὰ ποὺ ἀποδίδεται αὐτὴ ἡ μεγίστη τιμὴ στὸν
Τίμιο Σταυρό. Αἰῶνες τώρα στὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης ἀμέτρητες εὐλογημένες ψυχὲς
γονατίζουν ἐνώπιόν του, σταυροκοπιοῦνται, ψελλίζουν ὕμνους καὶ τὸν προσκυνοῦν.
Ἀπὸ
τὸ ἄλλο μέρος ἔχουμε γνώση ἀπὸ τὴν ἱστορία, ἀλλὰ παράλληλα εἴμαστε καὶ μάρτυρες
συγχρόνων γεγονότων, τὰ ὁποῖα ἀποκαλύπτουν ἄλλοτε μία φανερὴ ὑποτίμηση καὶ ἄλλοτε
μία ἀδίστακτη, μανιακὴ θὰ ἔλεγα, ἐχθρότητα πρὸς τὸν Τίμιο Σταυρό. Πρόκειται γιὰ
τὶς ἐνέργειες τῶν ὁρκισμένων ἐχθρῶν τοῦ Σταυροῦ, τοὺς ὁποίους ἐπισημαίνει ἤδη
στὴν ἐποχή του ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφοντας· «πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, οὕς πολλάκις ἔλεγον, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς
ἐχθρούς τοῦ σταυροῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια»[1].
Ἐχθροὶ
τοῦ σταυροῦ ὑπῆρξαν στὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρόνια οἱ ἐνσυνείδητοι εἰδωλολάτρες,
τοὺς ὁποίους στὶς ἡμέρες μας ἐπιχειροῦν νὰ μιμηθοῦν οἱ σύγχρονοι
νεοειδωλολάτρες, οἱ δωδεκαθεϊσταὶ καὶ οἱ λεγόμενοι ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι
μάλιστα ὀργανώνονται ἤδη καὶ στὴν πατρίδα μας σὲ ἐπίσημα σωματεῖα.
Ἡ
ἱστορία διασώζει συγκεκριμένο περιστατικὸ ἀπὸ τοὺς χρόνους τῶν μεγάλων διωγμῶν ἐναντίον
τῶν χριστιανῶν. Εἰδωλολάτρες στρατιῶτες, γιὰ νὰ ἐμπαίξουν χριστιανὸ συστρατιώτη
τους, ὀνόματι Ἀλεξάμενο, χάραξαν στὸν τοῖχο, ἐπάνω ἀπὸ τὸ κρεββάτι του, τὸ σημεῖο
τοῦ σταυροῦ μὲ ἐσταυρωμένον ἕνα γάϊδαρο, ἐνῶ κάτω ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν παράσταση ἔγραψαν
περιπαιχτικά: «Ἀλεξάμενος
σέβετε (sic)
θεόν»[2].
Δηλαδή, «Αὐτὸν τὸν θεὸ πιστεύει καὶ
λατρεύει ὁ Ἀλεξάμενος».
Ἔχουμε
ὅμως καὶ πάμπολλα ἄλλα σύγχρονα παραδείγματα προσπαθειῶν νὰ ὑποτιμηθῆ, νὰ
προσβληθῆ καὶ νὰ ὑβρισθῆ ὁ Τίμιος Σταυρός, τόσον στὸν εὐρωπαϊκὸ χῶρο, ὅσο καὶ σ᾿
αὐτὴν τὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας.
Εἶναι
σχεδὸν σὲ ὅλους γνωστὲς οἱ προσπάθειες εὐρωπαϊκῶν Κυβερνήσεων, ἀλλὰ καὶ
ποικίλων Μὴ Κυβερνητικῶν Ὀργανώσεων, νὰ ἀπομακρύνουν τὸ σύμβολο τοῦ σταυροῦ ἀπὸ
τὶς αἴθουσες διδασκαλίας, ἀπὸ τοὺς στρατῶνες, ἀπὸ τὰ δικαστήρια καὶ γενικὰ ἀπὸ ὅλους
τοὺς δημόσιους χώρους.
Στὴν
πατρίδα μας, στὴν Ἑλλάδα, εἶναι πρόσφατα τὰ ὅσα συνέβησαν στὴ Μυτιλήνη, στὸ νησὶ
τῶν ἁγίων νεοφανῶν θαυματουργῶν μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου καὶ Εἰρήνης. Ἐκεῖ ὅπου
βέβηλα χέρια γκρέμισαν καὶ κομμάτιασαν τὸν τσιμεντένιο σταυρό, ὁ ὁποῖος εἶχε
στηθῆ καὶ δέσποζε στὴν ἀκτὴ «Ἀπελή», γιὰ νὰ μὴν προκαλοῦνται τάχα οἱ ἀλλόθρησκοι
λαθρομετανάστες. Καὶ ὅταν γενναῖοι ὁμολογηταὶ Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ κατασκεύασαν
καὶ ἔστησαν στὸν ἴδιο τόπο μεγάλο μεταλλικὸ σταυρό, ἐνοχοποιήθηκαν γιὰ τὴν
πράξη τους αὐτή, συνελήφθηκαν μὲ τὴν διαδικασία τοῦ αὐτοφώρου καὶ ὁδηγήθηκαν στὰ
κρατητήρια τῆς Ἀστυνομίας[3].
Πολὺ
πρόσφατη ἐπίσης εἶναι καὶ ἡ προπαρασκευὴ νόμου στὴν ἑλληνικὴ Βουλὴ γιὰ τὴν ἀποποινικοποίηση
τῆς βλασφημίας τῶν θείων, στὴν ὁποία συμπεριλαμβάνεται καὶ ἡ βλασφημία κατὰ τοῦ
Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ Ἐκκλησία βέβαια δὲν στηρίζεται στὴν Πολιτεία γιὰ τὴν
διαφύλαξη τῶν ἱερῶν της συμβόλων, ἀλλὰ ἡ Πολιτεία ἔχει χρέος νὰ τιμᾶ καὶ νὰ
προστατεύη τὰ ἱερὰ σύμβολα τῆς πλειοψηφίας τῶν πολιτῶν της, ἰδιαίτερα δὲ αὐτὰ
ποὺ συνέβαλαν στὴν σύστασή της, ὅπως ὁ Τίμιος Σταυρός, ὁ ὁποῖος ἐνίσχυσε τοὺς ἀγωνιστὲς
τοῦ ᾿21 νὰ ἐλευθερώσουν τὸ Γένος μας καὶ νὰ συστήσουν τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος. Αὐτοὶ
ποὺ νομοθετοῦν τοιουτοτρόπως ἀποκαλύπτονται ὡς ἐχθροὶ τῶν ἱερῶν συμβόλων καὶ τοῦ
Σταυροῦ, ἐνῶ παράλληλα κάνουν κατάφωρες διακρίσεις στοὺς Ἕλληνες πολίτες, διότι
σὲ ἄλλους διασφαλίζουν μὲ αὐστηρὰ μέτρα τὰ προσωπικά τους «πιστεύω» καὶ τὶς ἰδιόρρυθμες
συμπεριφορές τους, ὅπως συμβαίνει μὲ τὸν ἀντιρατσιστικό νόμο, ἐνῶ τοὺς Ὀρθοδόξους
χριστιανοὺς ἀρνοῦνται νὰ τοὺς προστατεύσουν ἀπὸ τὶς εἰδεχθεῖς καὶ βλάσφημες
προσβολὲς συνανθρώπων τους.
Δὲν
μποροῦμε, ἐπίσης, νὰ λησμονήσουμε τὸν περιβόητο ἐκεῖνο πίνακα τῆς ἐπίσημης ἔκθεσης
«Outlook»
στὴν Ἀθήνα, κατὰ τὴν πρώτη δεκαετία τοῦ 21ου αἰῶνος, στὸν ὁποῖο προσβάλλεται καὶ
βλασφημεῖται παραστατικὰ αἰσχρὰ καὶ ἀτιμωτικὰ ὁ Τίμιος Σταυρός. Τὴν βλασφημία ἐναντίον
τοῦ Σταυροῦ τὴν παριστάνουν μὲ σχήματα καὶ χρώματα στὸν ἐν λόγῳ πίνακα[4].
Ἐχθροὶ
τοῦ Σταυροῦ εἶναι οἱ μάγοι καὶ οἱ σατανισταί, οἱ ὁποῖοι τὸν τρέμουν μὲν, ἀλλὰ ἐπιχειροῦν
μὲ κάθε τρόπο νὰ προτείνουν στοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν ἐξευτελίσουν. Ἔτσι ἐξηγεῖται
πὼς διοχετεύονται στὴν ἀγορὰ εἴδη δαπέδου, ὅπως καπάκια φρεατίων, πλακάκια,
χαλιά, πατάκια, σόλες παπουτσιῶν καὶ ἄλλα, μὲ χαραγμένο τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ,
γιὰ νὰ καταπατεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Στὴν ἐπίδραση τῶν σατανιστῶν ὀφείλεται ἐπίσης
ἡ συνήθεια νὰ χαράσσουν οἱ ἄνθρωποι ἤ νὰ κρεμοῦν στὸ σῶμά τους, ἀνάποδους
σταυρούς.
Παρόμοιο
εἶναι καὶ τὸ πρόσφατο γεγονός, ποὺ συνέβη στὴν πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας, στὴν
Πάτρα. Black
metal
μουσικὸ συγκρότημα ἑτοιμάστηκε νὰ δώση παράσταση σὲ αἴθουσα τοῦ Δήμου μὲ τίτλο,
Rotting
Christ
(Χριστὸς ποὺ σαπίζει, ἤ Σάπιος Χριστός). Εὐτυχῶς μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ
Μητροπολίτου Πατρῶν καὶ τοῦ ὑποψηφίου Περιφεριάρχου Πελοποννήσου ματαιώθηκε ἡ
παράσταση, γιὰ νὰ ἀπειλήσουν οἱ τολμητίες ὅτι «χάθηκε μία μάχη, ἀλλ᾿ ὄχι ὁ
πόλεμος γιὰ τὴν ἐλεύθερη ἔκφραση τῆς τέχνης»[5].
Θὰ μποροῦσε νὰ ἐρωτήση κάποιος: Θὰ τολμοῦσαν ποτὲ νὰ δώσουν παράσταση μὲ θέμα "Σάπιος
Μωάμεθ";
Ἐχθροὶ
τοῦ Σταυροῦ εἶναι οἱ σύγχρονοί μας αἱρετικοί, οἱ λεγόμενοι Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ,
οἱ ὁποῖοι τὸν βλέπουν ὡς ἀποτρόπαιο φονικὸ ὄργανο. Θεωροῦν πὼς εἶναι προσβλητικὸ
νὰ τιμοῦν τὸ ξύλο, μὲ τὸ ὁποῖο θανατώθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸν ἀποστρέφονται
καὶ τὸν ἀποδοκιμάζουν.
Ὅσοι
ἀνήκουν σὲ ἄλλες ὁμάδες αἱρετικῶν, ὅπως αὐτὲς τῶν Διαμαρτυρομένων, τῶν Εὐαγγελικῶν,
τῶν Πεντηκοστιανῶν, τῶν Μορμόνων, τῶν Ἀναβαπτιστῶν, καὶ ἄλλων, φαίνεται πὼς εἶναι
φιλικοὶ πρὸς τὸν Σταυρό. Ὅμως ἀδυνατοῦν ὅλοι αὐτοὶ νὰ ἰδοῦν τὸν Σταυρὸ στὶς
πραγματικές του διαστάσεις. Τὸν ἀπομονώνουν ἀπὸ τὸ ὅλο πλαίσιο τῆς θείας Οἰκονομίας,
καὶ κυρίως τὸν ἀποσυνδέουν ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶναι
καθόλου τυχαῖες οἱ προσπάθειες προτεσταντῶν πανεπιστημιακῶν θεολόγων νὰ ἀποδείξουν
ὅτι τὰ Εὐαγγέλια τῆς Καινῆς Διαθήκης τελειώνουν μὲ τὴν σταύρωση καὶ τὸν θάνατο
τοῦ Χριστοῦ, διότι τὰ κεφάλαια, ποὺ καταγράφουν τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως εἶναι
κατ᾿ αὐτούς νόθα!
Ἐχθροὶ
τοῦ Σταυροῦ, τέλος, εἶναι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ὀρθοδόξους χριστιανούς, οἱ
ὁποῖοι, εἴτε ἀπὸ ἄγνοια καὶ κακὴ συνήθεια, εἴτε ἀπὸ ἐπηρεασμὸ τοῦ κόσμου,
βλασφημοῦν τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου.
Μέσα
σ᾿ αὐτὴν τὴν σύγχυση τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἐχθρικοπολεμικὴ στάση πολλῶν ἀπέναντι
στὸν Τίμιο Σταυρό, ἔρχεται ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία νὰ μᾶς
διδάξη ποιὸς εἶναι πραγματικὰ ὁ Τίμιος Σταυρός.
Ὁ
Τίμιος Σταυρὸς γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀποτελεῖ μέγα, φοβερὸ καὶ φρικτὸ
Μυστήριο, τὸ ὁποῖο ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική. Ὅποιος θελήσει νὰ τὸ
προσεγγίση ἁπλὰ ἀνθρώπινα θὰ βρεθῆ εἴτε στὴ θέση τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι τὸν εἶδαν
ὡς σκάνδαλο, εἴτε στὴ θέση εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι τὸν θεώρησαν ὡς μωρία, ἀνοησία[6].
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς προσεγγίζεται ὀρθὰ μόνον μὲ τὴν πίστη. Κι ὅταν λέμε «πίστη», δὲν
ἐννοοῦμε τὴν ὑποκειμενικὴ πίστη τοῦ κάθε ἀνθρώπου σὲ ὅ,τι ὁ ἴδιος κρίνει ὀρθό, ἀλλὰ
τὴν πίστη ὡς ἐμπιστοσύνη στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀποδοχή της, μὲ βάση τὴν
αἰωνόβια Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία.
Σύμφωνα
μὲ αὐτὴ τὴν αὐθεντικὴ θεία ἀποκάλυψη, ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι ἄμεσα συνδεδεμένος
μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ ὅλα τὰ γεγονότα τῆς θείας Οἰκονομίας,
ὅπως μὲ τὴν προφητεία, μὲ τὴν ἐνανθρώπηση, μὲ τὴν Διδαχὴ καὶ τὰ θαύματα, μὲ τὸν
σταυρικὸ θάνατο, μὲ τὴν Ἀνάσταση, μὲ τὴν Ἀνάληψη, μὲ τὴν Πεντηκοστή, μὲ τὴν Δευτέρα
Παρουσία· κατ᾿ ἐξοχὴν δὲ μὲ τὴν σωστικὴ σταυρικὴ θυσία καὶ μὲ τὴν ἔνδοξη Ἀνάσταση.
Ὅποιος
ἀποσυνδέει τὸν Σταυρὸ ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, ὅπως τὸ κάνουν οἱ ποικιλώνυμοι αἱρετικοί,
τὸν ἀπομονώνει ἀπὸ τὸ φυσικό του πλαίσιο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀδυνατῆ νὰ τὸν ἑρμηνεύση
σωστά, νὰ τὸν ἰδῆ στὶς πραγματικές του διαστάσεις, καὶ νὰ τὸν γνωρίση στὸ ἀληθινό
του περιεχόμενο καὶ μὲ τὴν ἀνεκτίμητη ἀξία του, ποὺ φαίνεται καὶ στὶς ἀμέτρητες
εὐεργεσίες του πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σημειώνει ὅτι ὁ
Σταυρός «εἶναι τὸ θεῖο τρόπαιο τῆς κοινῆς
ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ὁποῖο καὶ μόνον μὲ τὴν θέα του φυγαδεύει,
διαπομπεύει καὶ ντροπιάζει τὸν ἀρχέκακο διάβολο, διακηρύσσοντας τὴν ἧττα καὶ τὴ
συντριβή του, δοξάζει δὲ καὶ μεγαλύνει τὸν Χριστό, ἐπιδεικνύοντας στὸν κόσμο τὴ
νίκη του»[7].
Ὅλα αὐτὰ ὅμως θὰ ἦταν κενὰ λόγια, χωρὶς κανένα
οὐσιαστικὸ περιεχόμενο, ἐὰν ὁ Σταυρὸς δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν Ἀνάσταση.
Αὐτὸ ὑπονοεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, αἰτιολογώντας γιατὶ ὁ Σταυρὸς εἶναι
ἡ πιὸ ἀξιοθαύμαστη θαυματουργία τοῦ Χριστοῦ. «Διότι, λέγει, μὲ τίποτα ἄλλο
δὲν ἔχει καταργηθεῖ ὁ θάνατος καὶ δὲν ἔχει χαρισθεῖ ὡς δῶρο ἡ Ἀνάσταση, δὲν ἀνοίχθηκαν
οἱ πῦλες τοῦ παραδείσου, παρά μόνον μὲ τὸν Σταυρό τοῦ Κυρίου»[8].
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Τίμιος Σταυρὸς
δὲν εἶναι μόνον τὸ φονικὸ ὄργανο, ποὺ χρησιμοποίησαν οἱ παθιασμένοι ἐχθροὶ, γιὰ
νὰ ἐξοντώσουν τὸν Ἰησοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸ ἰατρικὸ ἐργαλεῖο, ποὺ χρησιμοποίησε ὁ
ἴδιος ὁ Ἐσταυρωμένος ὡς νυστέρι, γιὰ νὰ χειρουργήση καὶ νὰ θεραπεύση ἀπὸ τὴ
φθορὰ καὶ τὸν θάνατο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ μὲ μὲ τὴν βοήθεια ἄλλων εἰκόνων, ὁ
Τίμιος Σταυρὸς μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ ὡς τὸ ἄγγιστρο τοῦ ψαρᾶ[9],
περιτυλιγμένο μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ὡς δόλωμα, ἡ ὁποία σκέπαζε τὴν
ἀθάνατη θεία του φύση, ὥστε νὰ ἐξαπατηθῆ ὁ παμπόνηρος Διάβολος καὶ ἀντὶ νὰ
καταβροχθίση τὸν Σωτήρα Χριστό, νὰ αἰχμαλωτισθῆ ὁ ἴδιος καὶ νὰ χάση τὴν ἐξουσία
νὰ ὁδηγῆ τοὺς ἀνθρώπους στὸν θάντο καὶ στὴν ἀπώλεια. Μπορεῖ ἀκόμη νὰ θεωρηθῆ ὁ
Τίμιος Σταυρὸς ὡς τὸ κλειδί, μὲ τὸ ὁποῖο ἄνοιξε ἡ θύρα τοῦ Παραδείσου[10].
Τὰ ἱστορικὰ γεγονότα τῆς Σταυρώσεως ἀποτελοῦν
τὸ ἀποκορύφωμα τῆς θυσιαστικῆς πορείας τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, μὲ τὴν ὁποία
ἐπιτεύχθηκε ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πραγματική του ἀνάσταση. Ὁ
Ἰησοῦς Χριστὸς στὴν ἐπίγεια πορεία του στάθηκε ἀντιμέτωπος μὲ ἀμέτρητους
πειρασμοὺς καὶ ἐχθρικὲς ἐπιθέσεις. Οἱ ἀδιάλλακτοι ἐχθροί του τὸν ἀπαξίωσαν, τὸν
περιφρόνησαν, τὸν συκοφάντησαν, τὸν πρόδωσαν, τὸν ἔφτυσαν, τὸν ράπισαν, τὸν
σταύρωσαν, τὸν πότισαν μὲ ξύδι καὶ χολή. Κι ὅταν ὅλα τέλειωσαν καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος
παρέδωκε τὸ πνεῦμα του, ἐκεῖνοι τὸν ἔθαψαν μέσα στὴ γῆ. Πίστεψαν τότε ὅτι ἀπαλλάχθηκαν,
«ξεμπέρδεψαν» μιὰ γιὰ πάντα μὲ αὐτὸν τὸν ἐνοχλητικὸ καὶ ἐπικίνδυνο Ναζωραῖο.
Ὅμως δὲν ἔλαβαν καθόλου ὑπ᾿ ὄψιν τους, οὔτε κἄν ὑποπτεύθηκαν, ὅτι Αὐτὸς, ποὺ
ἔθαψαν μέσα στὴ γῆ, ἦταν ὅπως ὁ σπόρος, ποὺ ὅταν τὸν χώνης μέσα στὸ χῶμα τότε
βλαστάνει καὶ καρποφορεῖ.
Αὐτὰ τὰ εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος, διδάσκοντας τὸν λαὸ
τοῦ Θεοῦ· «Ἀλήθεια
σᾶς λέγω: Ἐὰν ὁ σπόρος τοῦ σιταριοῦ πέση στὴ γῆ, ἀλλὰ δὲν πεθάνη, μένει ἕνας
καὶ μόνος. Ἄν ὅμως πεθάνη, φέρει ἄφθονο καρπό»[11].
«Ἐγὼ ὅταν ὑψωθῶ ἀπὸ τὴ γῆ, ὅλους τοὺς
ἀνθρώπους θὰ τοὺς ἑλκύσω κοντά μου. Λέγοντας αὐτὸ δήλωνε μὲ τὶ εἴδους θάνατο θὰ
πέθαινε»[12].
Ὅμως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἶχαν ἀπαξιώσει τελείως τὴν διδαχή του. Παρ᾿
ὅλον ὅτι ἦταν διδάσκαλοι τοῦ Νόμου καὶ ἐρευνοῦσαν τὶς Γραφές, ὁ ἐσκοτισμένος
τους νοῦς καὶ ἡ γεμάτη ὑποκρισία καρδιά τους δὲν τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ ἰδοῦν τὴν
πραγματικὴ ἀξία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶχε προφητευθῆ ἀπὸ τοὺς προφῆτες τῆς
Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Στάθηκε ἀδύνατο στὴν
ἀπογυμνωμένη ἀπὸ τὴν θεία χάρη νοημοσύνη τους νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι τὸ ξύλον τοῦ
σταυροῦ, μὲ τὸν Θεάνθρωπο Κύριο καρφωμένο ἐπάνω του, ὁδηγοῦσε ὄχι τελεσίδικα
στὸν θάνατο, ἀλλὰ διὰ τοῦ θανάτου στὴν Ἀνάσταση.
Αὐτὰ ποὺ δὲν θέλησαν νὰ κατανοήσουν οἱ
σύγχρονοι ἐχθροὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ ὁμοϊδεάτες τους ὅλων τῶν μετέπειτα
ἐποχῶν, μέχρι καὶ τοὺς σημερινοὺς πολεμίους τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, αὐτὰ τὰ
παρέλαβε ἀπὸ τοὺς ταπεινοὺς καὶ πλήρεις θείας χάριτος Ἀποστόλους καὶ τὰ κατέχει
καὶ τὰ διατηρεῖ ἡ ἱστορικὴ, ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μᾶς μαθαίνει ὅτι ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι ἄμεσα συνδεδεμένος μὲ
τὴν σωστικὴ σταυρικὴ θυσία καὶ αὐτὴ ἡ θυσία συνδέεται ὄχι μόνον μὲ τὴν ἀτίμωση,
ποὺ βαρύνει τοὺς σταυρωτές, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴν μόνιμη, τὴν αἰώνια δόξα τοῦ
Χριστοῦ. Εἶναι αὐτὸ ποὺ προεῖπεν ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀναφερόμενος στὸ
σταυρικό του πάθος· «νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ»[13].
Δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία ἀντικατέστησε τὴν ἐπιγραφή, ποὺ ἔθεσε ὁ Πιλάτος ἐπάνω στὸν σταυρὸ τοῦ
Χριστοῦ, «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ὁ βασιλεὺς
τῶν Ἰουδαίων»[14],
μὲ τὴν δική της ἐπιγραφή, «Ἰησοῦς
Χριστός, ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». Δὲν εἶναι ἐπίσης τυχαῖο τὸ ὅτι στὸ ἱερὸ
Εὐαγγέλιο, ποὺ βρίσκεται τοποθετημένο ἐπάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα, στὸ ἱερὸ
θυσιαστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ἀπεικονίζονται στὴν μία του ὄψη ἡ Σταύρωση καὶ στὴν
ἄλλη ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα, ὁ μὲν σταυρὸς
ἀναφέρεται ὡς «τίμιος καὶ ζωοποιός»[15],
ὅπως καὶ ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ ὡς «ὄλβιος
τάφος»[16].
Κι αὐτὸ ἔχει σχέση μὲ τὴ φύση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος
Κύπρου, ὁ Χριστὸς «αὐτὸς ἦν ὁ πάσχων …
καὶ μὴ πάσχων»[17],
δηλαδὴ παθητὸς κατὰ τὴν ἀνθρωπίνη φύση, ἀπαθὴς κατὰ τὴν θεότητα. Ἄλλωστε ὁ
ἀπόστολος Παῦλος καυχᾶται πρωτίστως γιὰ τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ
σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»[18].
Δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ νὰ καυχᾶται γιὰ κάτι ἀτιμωτικό.
Καυχᾶται γιὰ τὸν Τίμιο καὶ ἔνδοξο Σταυρό, ποὺ ὁδήγησε στὴν Ἀνάσταση καὶ ἄνοιξε
τὴν πύλη τοῦ Παραδείσου.
Συγκεφαλαιώνοντας μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προσεγγίζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ,
ὄχι μεμονωμένα, ἀλλὰ ἀλληλένδετα μὲ ὅλα τὰ γεγονότα τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ὁ
Τίμιος Σταυρὸς ἔχει τὴν ρίζα του στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ
προοπτική του τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν δὲν εἶχε γεννηθῆ ὁ Ἰησοῦς Χριστός, δὲν
θὰ ὑπῆρχε σταύρωση. Ἐὰν δὲν εἶχε σταυρωθῆ, δὲν θὰ ὑπῆρχε ἀνάσταση. Ὅπως εὔστοχα
παρατηρεῖ ὁ ἔγκριτος μακαριστὸς ἁγειορείτης Γέροντας π. Γεώργιος Καψάνης, «Ὁ σταυρὸς καὶ ἡ ἀνάσταση εἶναι οἱ δύο πόλοι
τῆς σωτηρίας, τὰ δύο κέντρα, οἱ δύο βάσεις τῆς ἐν Χριστῷ ὑπάρξεώς μας»[19].
Καὶ ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανὸς ἀντικρύζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ πάντα μὲ φόντο τὴν
Ἀνάσταση καὶ μέσα στὸ ἄπλετο ἀναστασιμο φῶς. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ψάλλουμε σήμερα, «Τὸν Σταυρὸν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα, καὶ
τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν»[20].
Αὐτὴ ἡ θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας δὲν
εἶναι μία ἁπλῆ θεωρία, ἕνα ἀνθρώπινο ἰδεολόγημα. Εἶναι ἀλήθεια θεόπνευστη, ἡ
ὁποία ἐπηρεάζει πρακτικὰ καὶ ριζικὰ τὸ φρόνημα, τὸν βίο καὶ τὸ ἦθος τῶν
συνειδητοποιημένων Ὀρθοδόξων πιστῶν, τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια
γιὰ τὸν ἀδιάσπαστο σύνδεσμο Σταυροῦ καὶ Ἀνάστασης γίνεται σταυροαναστάσιμο
βίωμα στὴν καθημερινή τους ζωή.
Τὸ σταυροαναστάσιμο βίωμα ἀποτελεῖ τὴν οὐσία
τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐξομολόγησης. Μετάνοια στὴν ἐξομολόγηση σημαίνει ἀληθινὴ
σταύρωση τοῦ παλαιοῦ, τοῦ ἁμαρτωλοῦ μας ἑαυτοῦ, καὶ ἀνάσταση τοῦ νέου, τοῦ
ἀνακαινισμένου ἐν Χριστῷ ἑαυτοῦ μας. Εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ πατέρας τῆς
παραβολῆς γιὰ τὸν ἄσωτο υἱό, «ὅτι νεκρὸς
ἦν καὶ ἀνέζησε»[21].
Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα, ποὺ ἔχουν οἱ
μετάνοιες, αὐτὲς ποὺ κάνει ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός. Ὅταν, κάνοντας τὸν σταυρό
του, σκύβη βαθειὰ στὴ γῆ δηλώνει τὴν σταύρωση καὶ τὸν θάνατό του μὲ τὴν πτώση στὴν
ἁμαρτία. Καὶ ὅταν σηκώνεται ἀπὸ ἐκεῖ ὄρθιος δηλώνει τὴν πνευματική του ἀνάσταση.
Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ κεντρικὸ νόημα τοῦ βίου τοῦ
ἁγίου ληστοῦ, τοῦ συσταυρωθέντος μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, καθὼς καὶ τῆς ἁγίας
Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, τὴν ὁποία προβάλλει ἡ Ἐκκλησία τὴν Ε’ Κυριακὴ τῶν
Νηστειῶν. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἔχει συντελεσθῆ μία πορεία ἀπὸ τὸν
πνευματικὸ θάνατο στὴν πνευματικὴ ἀνάσταση, μία παραγματικὴ νεκρανάσταση.
Αὐτὸ τὸ σταυροαναστάσιμο βίωμα ἀποτελεῖ τὴν
οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου ἀσκητικῆς, ἀλλὰ καὶ τοῦ χριστιανικοῦ μαρτυρίου. Οἱ
ὀρθόδοξοι ἀσκηταὶ καὶ μάρτυρες ἔχουν πλήρη συνείδηση ὅτι ἡ τελευταία πράξη τοῦ
δράματος τοῦ βίου τοῦ πιστοῦ δὲν εἶναι ἡ σκληρὴ καταπόνηση, ἡ σταύρωση καὶ ὁ
θάνατος, ἀλλὰ ἡ Ἀνάσταση. Εἶναι ἀπόλυτα πεπεισμένοι ὅτι τὸν τελεταῖο λόγο δὲν
τὸν ἔχει ὁ θάνατος, ἀλλὰ ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος. Ἡ τελικὴ
νίκη καὶ ὁ θρίαμβος ἀνήκουν στὸ ἐσφαγμένο Ἀρνίο τῆς Ἀποκαλύψεως[22].
Αὐτὴ τὴν ἀμετάθετη πίστη εἶχαν ὅλοι οἱ σκληρὰ
ἀσκούμενοι Ὀρθόδοξοι, «ἐν ἐρημίαις
πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς»[23].
Ἡ Ὀρθόδοξη ἀσκητικὴ εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν σταυροαναστάσιμη.
Αὐτὴν τὴν συνείδηση εἶχαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες,
ὅπως οἱ Σαράντα Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι γυμνοὶ μέσα στὴν παγωμένη λίμνη ἀνέκραζαν,
«δριμὺς ὁ χειμών, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ
παράδεισος· ἀλγεινὴ ἡ πῆξις, ἀλλ᾿ ἡδεία ἡ ἀπόλαυσις»[24].
Μὲ αὐτὸ τὸ φρόνημα καὶ μὲ αὐτὸ τὸ
σταυροαναστάσιμο βίωμα ἀντιστέκονταν καὶ δὲν ὑπέκυπταν οὔτε στὰ δελεάσματα,
οὔτε στὶς ἀπειλὲς ὅλοι οἱ μάρτυρες, καὶ στὶς προτροπὲς τῶν δημίων, «θῦσον»,
δηλαδὴ, θυσίασε, ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν, «οὐ θύω», δηλαδὴ δὲν θυσιάζω[25].
Εἶναι γνωστὴ ἡ περίπτωση μάρτυρος, τοῦ ἁγίου
Βαρλαάμ (19 Νοεμβρίου), τὸν ὁποῖο ὁ δήμιος τὸν πρόσταξε νὰ ἀνοίξη τὴν παλάμη
του πάνω ἀπὸ τὸ εἰδωλολατρικὸ θυσιαστήριο κι ἐκεῖ τοῦ ἔβαλε ἀναμμένο λιβανωτό,
γιὰ νὰ τὸν ρίξη κάτω καὶ νὰ θεωρηθῆ ὅτι θυσίασε. Κι ἐκεῖνος ἔσφιξε τὴν παλάμη
του καὶ προτίμησε νὰ καῆ ἡ παλάμη του, παρὰ νὰ θυσιάση στὰ εἴδωλα[26].
Μὲ αὐτὸ τὸ σταυροαναστάσιμο φρόνημα
ἀγωνίστηκαν, μαρτύρησαν καὶ θυσιάστηκαν οἱ ἐθνομάρτυρες Μακεδονομάχοι, ὁ Γρεβενῶν
Αἰμιλιανός, ὁ Παῦλος Μελᾶς, ὁ καπετὰν Κώττας, ὁ Τέλος Ἄγρας[27]
καὶ πάμπολλοι ἄλλοι, ὅπως οἱ νεαρὲς δασκάλες[28],
γιὰ νὰ χαρίσουν σ᾿ ἐμᾶς ἐλεύθερη πατρίδα.
Μὲ αὐτὸ τὸ θυσιαστικὸ φρόνημα καὶ τὴν
ἀκράδαντη πίστη στὴν ἀνάσταση ὁ δικός μας ὁ Κροκιώτης ἀρχιμανδρίτης Ἰωακεὶμ
Λιούλιας, στὸ τέλος τῆς ἀναστάσιμης Παννυχίδος στὴν πλατεῖα τῆς Κοζάνης τὸ Πάσχα
τοῦ 1943 βοντοφώναξε στοὺς χριστιανοὺς ποὺ ζοῦσαν τρομοκρατημένοι κάτω ἀπὸ τὴν κατοχὴ
τῶν Γερμανῶν κατακτητῶν, «Χριστὸς Ἀνέστη.
Θὰ ἀναστηθοῦμε, ἀδελφοί μου», γιὰ νὰ συλληφθῆ ὕστερα ἀπὸ λίγες ἡμέρες, νὰ
φυλακισθῆ στὴν Θεσσαλονίκη στὸ στρατόπεδο τοῦ Παύλου Μελᾶ, νὰ ὑποστῆ φρικτὰ
βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος νὰ ἐκτελεσθῆ[29].
Μὲ αὐτὸ ἴδιο βίωμα θυσιάστηκαν τὰ ἡρωϊκὰ
παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ποὺ ἀναπαύονται στὰ Φυλακισμένα Μνήματα, αὐτὰ
τὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα ἀνέβαιναν στὴν ἀγχόνη τῶν Ἄγγλων ψάλλοντας τὸ «Ὅτε κατῆλθες
πρὸς τὸν θάνατον ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος»![30]
Αὐτὸ, τὸ Ὀρθόδοξο, τὸ θυσιαστικό, τὸ σταυροαναστάσιμο
φρόνημα, θὰ περιμέναμε νὰ εἶχαν καὶ οἱ κοινοβουλευτικοί μας ἐκπρόσωποι, οἱ
βαπτισμένοι στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοὶ ποὺ στοὺς καιρούς μας
ὑπογράφουν μὲ ἄνεση συμφωνίες καὶ νομοσχέδια ἀντιχριστιανικά, ἀντιεκκλησιαστικὰ,
ἀντεθνικὰ, καὶ μᾶς πληγώνουν κατάβαθα, μᾶς ματώνουν στὸν πιὸ εὐαίσθητο καὶ ἱερὸ
χῶρο τῆς καρδιᾶς μας.
Σεβασμιώτατε,
σεβαστοὶ πατέρες καὶ ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
θέλω
νὰ σφραγίσω τὴν ἀποψινὴ ὁμιλία στὴν κατανυκτικὴ αὐτὴ σύναξη τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας
μὲ χαριτωμένους ἀφυπνιστικοὺς λόγους τοῦ μακαριστοῦ Φώτη Κόντογλου, τοῦ μεγάλου
Ὀρθοδόξου λογοτέχνη καὶ ἁγιογράφου, τοῦ διαλαλητοῦ τῆς Πονεμένης Ρωμηοσύνης.
«Ἁγιασμένη Ἑλλάδα! Εἶσαι ἁγιασμένη, γιατὶ
εἶσαι βασανισμένη. Κι ἡ κάθε γιορτή σου μνημονεύει κι ἕνα μαρτύριό σου. Τὰ πάθη
τοῦ Χριστοῦ τὰ ᾿κανες δικά σου πάθη, τὰ μαρτύρια τῶν ἁγίων δικά σου μαρτύρια. Ὁ
δικός σου κλῆρος στάθηκε ἡ πίκρα. Θλίβεσαι μὲ τὸν Χριστό, θλίβεσαι μὲ τὴν
Παναγιά, μαρτυρᾶς μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρες τῆς Πίστης κι ὁλοένα κλαῖς σὰν θρηνητικὸ
τρυγόνι στὰ ἁγιασμένα μνημούρια, ποὺ ᾿ναι φυτρωμένα ἐπάνω τους ἀγριόχορτα καὶ
φλυσκούνια. Πλὴν ἡ θλίψη σου ἐσένα εἶναι κάποια θλίψη χαροποιά, γεμάτη ἐλπίδα
καὶ ἀθανασία»[31].
«Κανένα ἄλλο ἔθνος τῆς Οἰκουμένης δὲν νιώθει
τόσο βαθειὰ τὴν Ἀνάσταση, ὅπως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, γιατὶ ἡ μάννα μας ἡ Ἑλλάδα
εἶναι πονεμένη σὰν τὴν Παναγιὰ καὶ βασανισμένη σὰν τὸν Χριστό, καὶ γιατὶ
ἀνασταίνεται δοξασμένη σὰν κ᾿ Ἐκεῖνον καὶ ντροπιάζονται οἱ ἐχθροί της. Κάθε
φορὰ τὴν προδίνουνε μὲ δολερὸ φίλημα, τὴν δέρνουνε, τὴν βρίζουνε, τὴν
τυραννᾶνε, τὴν ἐμπαίζουνε, βάζοντας στὴν πολύπαθη κεφαλή της τὸν ἀγκάνθινο
στέφανο καὶ δίνοντας στὸ χέρι της, ἀντὶ γιὰ σκῆπτρο, ἕνα καλάμι, τὴν ποτίζουνε
μὲ χολή, τὴν καρφώνουνε στὸν σταυρό, τὴν θάβουνε. Μὰ ᾿κείνη ἀνασταίνετα
ὁλοζώντανη καὶ ἀθάνατη»[32].
Πατρίδα μας Ἑλλάδα. Πατρίδα μας Μακεδονία, θὰ προσθέταμε ἐμεῖς. Εἶσαι πονεμένη σὰν τὴν Παναγιά. Εἶσαι προδομένη, εἶσαι σταυρωμένη σὰν τὸν Χριστό. Ὅμως πάνω ἀπὸ τὸν σταυρό σου ἀτενίζεις τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο, ποὺ σύντομα βγῆκε ἀπὸ τὸ σκοτεινὸ μνῆμα, ἔλαμψεν ὡς ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καὶ «τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[33]. Ἔτσι πιστεύουμε καὶ στὴν δική μας ἀνάσταση. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συμμετέχουμε συνειδητὰ στὸ κατανυκτικὸ τοῦτο πανηγύρι τῆς Ἐκκλησίας, ψάλλοντας εὐλαβικά, «Χαίροις ὁ ζωηφόρος Σταυρός, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὡραῖος παράδεισος, τὸ ξύλον τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ἐξανθῆσαν ἡμῖν αἰωνίου δόξης τὴν ἀπόλαυσιν»[34]. «Ἐσὺ, Σταυρέ, τὸ τρισμακάριστο ξύλο, τὸ φῶς γιὰ ὅσους βρίσκονται στὸ σκοτάδι, ἐσὺ ποὺ μὲ τὴν λάμψη σου στὰ πέρατα τοῦ κόσμου δείχνεις ἀπὸ τώρα τὴν αὐγὴ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀξίωσαι καὶ ὅλους τοὺς πιστοὺς νὰ φθάσουμε ἀναστημένοι στὸ ἅγιο πάσχα»[35] καὶ νὰ ἐπαναλάβουμε μὲ ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ ἄπειρη εὐγνωμοσύνη τὴν ἀναστάσιμη προσευχή: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον, Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον. Τὸν Σταυρόν σου, Χριστέ, προσκυνοῦμεν, καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν∙ σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, ἐκτὸς σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν, τὸ ὄνομά σου ὀνομάζομεν. Δεῦτε πάντες οἱ πιστοὶ προσκυνήσωμεν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἁγίαν Ἀνάστασιν∙ ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ. Διὰ παντὸς εὐλογοῦντες τὸν Κύριον, ὑμνοῦμεν τὴν Ἀνάστασιν αὐτοῦ∙ Σταυρὸν γὰρ ὑπομείνας δι᾿ ἡμᾶς, θανάτῳ θάνατον ὤλεσεν»[36].
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.
Ὁμιλία στὸν Κατανυκτικὸ Ἑσπερινὸ
τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, στὸν Ἱ. Ναὸ Ἁγ. Δημητρίου Κοζάνης, 31
Μαρτίου 2019.
[1] Φιλιπ. 3,18-19
[2] http://el.wikipedia.org/wiki/Επιγραφή_του_Αλεξαμένου
[3] https://www.kathimerini.gr/society/1012859/mytilini-ston-eisaggelea-oi-36-syllifthentes-gia-tin-topothetisi-metallikoy-stayroy-stin-akti-apeli/ (δημοσιεύθηκε 3-3-2019)
[4] https://www.in.gr/2003/12/10/culture/aposyretai-apo-tin-ekthesi-outlook-ergo-belgoy-kallitexni/ (δημοσιεύθηκε 10-12-2003)
[5] https://www.impantokratoros.gr/97A77964.el.aspx, «Ἰησοῦς Χριστός: ὁ καθαιρέτης τῆς ἀνθρωπίνης σαπίλας» (δημοσιεύθηκε 28-3-2019)
[6] Α΄ Κορ. 1,23
[7] Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγος εἰς τὸν τίμιον καὶ ζωοποιὸν Σταυρόν, Ὁμιλία 11,27· ΕΠΕ 9,322-323
[8] Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κεφ. 84, Περὶ Σταυροῦ, ΕΠΕ 1,450-451
[9] Μηναῖον Νοεμβρίου, Ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, α΄ ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς
[10] Ὡρολόγιον τὸ Μέγα, Χαιρετισμοὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ
[11] Ἰω. 12,24
[12] Ἰω. 12,32-33
[13] Ἰω. 13,31
[14] Ἰω. 19,19
[15] Ἀπόλυσις Θείας Λειτουργίας ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
[16] Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς, Ὄρθρος Μεγάλου Σαββάτου
[17]Ἁγίου Ἐπιφανίου Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων, Κατὰ Διμοιριτῶν 8∙ PG 42,652
[18] Γαλ. 6,14
[19]Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2005, σ. 20
[20] Τριώδιον, Κυριακὴ τῆς
Σταυροπροσκυνήσεως, Εἰς τὸν Ὄρθρον
[21] Λκ 15,32
[22] Ἀπ. 5,6· 17,14
[23] Ἑβρ. 11,38
[24] Ἁγίου Βασιλείου, Εἰς τοὺς ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας 6, ΕΠΕ 7, 302-304. Πρβλ. Μηναῖον Μαρτίου, Ἑορτὴ τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, α΄στιχηρὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ
[25] Ἀπολογία Φιλέου, ἐπισκόπου Θμούεως, ΕΠΕ Τὰ Μαρτύρια τῶν ἀρχαίων χριστιανῶν, σ. 336-357
[26] Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς Βαρλαὰμ τὸν μάρτυρα 1-2· ΕΠΕ 7,238-245. Ἐπίσης, Νέος Συναξαριστής, ἐκδ. Ἴνδικτος, τ. 3, σ. 206-207, 19 Νοεμβρίου
[27] Κων. Βακαλοπούλου, Ὁ ἔνοπλος ἀγώνας στὴ Μακεδονία (1904-1908), ἐκδ. Σταμούλη, 2009
[28] Χαρ. Στυλιάδη, Ἡ συμβολὴ τῶν ἐκπαιδευτικῶν λειτουργῶν κατὰ
τὸν Μακεδονικὸν Ἀγώνα 1870-1903-1908, ἐκδ. Ζήτη, 2003
[29] Μύρου Αὐγουστίνου, Ἡ Ἀντίσταση τῆς Ἀγάπης, ἔκδ. 3η, 2014, σ. 37
[30] Νικ. Βασιλειάδη, Ἐθνομάρτυρες τοῦ Κυπριακοῦ Ἔπους 1955-59, ἐκδ. Ὁ Σωτήρ, ἔκδ.11η, σ. 117
[31] Φώτη Κόντογλου, Παναγία καὶ Ὑπεραγία, ἐκδ. Ἁρμός, 2000, σ. 39
[32] Φώτη Κόντογλου, Ἀνέστη Χριστός, ἐκδ. Ἁρμός, 2001, σ. 142-143
[33] Μτθ. 4,16
[34] Τριώδιον, Κυριακὴ Σταυροπροσκυνήσεως, Στιχηρὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ
[35] Τριώδιον, Κυριακὴ Σταυροπροσκυνήσεως, Ὄρθρος, Τροπάριο η΄ ὠδῆς
[36] Πεντηκοστάριον, Ἀπὸ τὴν ἀναστάσιμη Ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ, τῶν Ὡρῶν καὶ τοῦ Ἀποδείπνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου